9/12/08

O Χατζιδάκης από παλιά

«...Μια μωβ σκιά Μαΐου ξάπλωσε στον τόπο. Όσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους, ενόχλησαν τους Έλληνες πολίτες και αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων, όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα - εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω, δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους. Που δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ' τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ως τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ως τον τυχαίο μοτοσικλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά.

Εξύβριση αρχής - έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων. Χειροδικία κατά της αρχής - έτσι είθισται ν' αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου. Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του. Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και δυστυχώς γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια - όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας.

Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν' αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, και επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη, με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι αναρχικοί, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών. Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί μ' «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου... κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν ...ανακαλύπτονται.

Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ' αφέλεια, σ' όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος». (...) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό,τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ.»

Άρθρο του Μάνου Χατζιδάκι για τα επεισόδια που έγιναν τον Μάιο του 1986… Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Το Τέταρτο".

8/12/08

Αυτή τη νύχτα η καρδιά μου είναι βαριά...

δεν υπάρχει ούτε μια λέξη να μου δώσεις...
o ουρανός φλεγόμενος και αυτόςκαι στην πλατεία ο ζωντανός νεκρός της αδιαφορίαςTο ηχητικό ντοκουμένο για τη σκηνή αυτή στο http://papachatzis.tumblr.com/post/63589410/policeviolence

3/12/08

Χώρος έμπνευσης


Πίνακες ζωγραφικής στον προθάλαμο τουαλέτας κεντρικού ξενοδοχείου. Υπάρχει περίπτωση να μην καταλάβει κάποιος που βρίσκεται?

23/11/08

No smoking

20/11/08

Φόνοι στο όνομά μας

(Γι΄αυτό και το προηγούμενο post έκκληση που με ξαναφέρνει στο post της 2/6/08 για όσους θέλουν να βρουν τους στίχους).

Κανείς δεν μπόρεσε να τη διεκδικήσει. Δεν έμαθαν καν αν η θέση υπήρχε πραγματικά. Δεν έμαθαν αν ήταν τα λεφτά, μια γνωριμία, μια σφραγίδα στα χαρτιά ή τι τέλος πάντων αυτό που θα άνοιγε την πύλη. Μία θέση στο τελευταίο πλοίο. Ολη τη νύχτα η φήμη σύρθηκε στα βρώμικα σοκάκια του λιμανιού, σ’ όλες τις τρύπες που κρυβόταν οι κυνηγημένοι. Μια θέση. Στο τελευταίο πλοίο. Εφταναν ως εκεί σίγουροι ότι θάναι μόνοι. Μερικοί από αυτούς είχαν ήδη πληρώσει για να πάρουν την πολύτιμη πληροφορία. Αλλοι απλά τους ακολούθησαν. Ακολούθησαν την οσμή της ελπίδας, το γαλάζιο πόθο της απόδρασης, μια στιγμιαία λάμψη στα μάτια. Ειδαν παζάρια και αμίλητες υποσχέσεις. Και καθώς οι πρώτες σκιές γλυστρούσαν τοίχο τοίχο να φτάσουν στη θάλασσα, άλλες σκιές πατούσαν τα βήματά τους και άλλες και το σκοτεινό πλήθος, σιωπηλό πλησίαζε την πύλη. Ωσπου οι πρώτοι και οι τελευταίοι έγιναν ένα μπροστά στον ψηλό τσιμεντένιο μαντρότοιχο. Μπροστά τους προβολείς και συρματοπλέγματα, φυλάκια και μυδράλια. Μέσα σε μια σιωπή υγρή, πηχτή. Δεν είχαν έκπληξη ούτε και απογοήτευση. Δεν είχαν τίποτα μάλλον. Ούτε και λόγο να γυρίσουν πίσω.

Ο Κανίσκι – ο στρατηγός – είχε φθάσει τώρα στο λιμάνι και τριγυρνούσε μέσα από το συρματόπλεγμα σα λυσσασμένος σκύλος. Η καθαρή στολή, το ζεστό νερό που τον ξέπλυνε, δεν ξεθύμανε τη δίψα του για φωτιά, καπνό και αίμα. Ούτε και τα λεφτά που τον περίμεναν στη θυρίδα του. Ούτε και τα λάφυρα που στίβαζε σε κασόνια μέσα στο πνιγηρό τολ του λιμανιού.

Τον Κανίσκι τον είχαν φέρει εδώ για να δώσει τη λύση. Για να κάνει αυτά που όλοι οι άλλοι, πολιτικοί, επιχειρηματίες, διεθνείς οργανισμοί δεν ήθελαν να κάνουν. Ο Κανίσκι, ο στρατηγός, ήταν το εργαλείο και ο εγκέφαλος. Ενας τέλειος μηχανισμός τρόμου και καταστροφής, χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς δεύτερες σκέψεις. Εγώ, ο Μάρκι Σπόζιτο, το ξέρω καλά αυτό. Μου το λέει κάθε στιγμή το κομμένο από τον αγκώνα χέρι, τυλιγμένο μέσα στους επιδέσμους.

Ο Μάρκι Σπόζιτο παραμονεύει το πέρασμα. Ο στρατηγός και τα κομάντο του έχουν ήδη περάσει από τους καταυλισμούς. Η εντολή είναι να μη μείνει τίποτα όρθιο. Ομως ο στρατηγός λέει ότι κάποιοι θα γλυτώσουν. Τη νύχτα θα βρεθούν στο πέρασμα, εκεί θα είναι ο Μάρκι και οι δικοί του. Κανείς δεν πρέπει να φθάσει στο λιμάνι. Αυτή είναι η αποστολή του Κανίσκι. Να κόψει το δρόμο προς το λιμάνι. Το λιμάνι δεν χωράει τους κυνηγημένους και δεν υπάρχει τόπος, χώρα, γι αυτούς να τους περιμαζέψει. Μετά θα αδειάσει και το λιμάνι.

Ο Μάρκι δίνει το σήμα μόλις εμφανίζονται οι πρώτες σκιές. Οι πράσινες φιγούρες είναι καθαρός στόχος για τους άντρες του. Μέσα από τους φακούς νυχτερινής όρασης το ανθρώπινο τρομαγμένο κοπάδι δεν έχει καμμιά ελπίδα. Οι κυνηγοί μπορούν να μείνουν αθέατοι όπως αθέατο είναι και το κατακόκκινο αίμα. Μια πράσινη κηλίδα, πολλές πράσινες κηλίδες. Τινάζονται στο αέρα και ύστερα πέφτουν στο χώμα ακολουθώντας τα περιγράμματα των σωμάτων.

Ο Μάρκι σηκώνει την κάννη και δίνει το σύνθημα της παύσης πυρός. Ηδη πιο πίσω έχει φθάσει ο στρατηγός όρθιος πάνω στο τζιπ. Ο Μάρκι περπατάει αργά προς το μέρος του. Εχει περάσει το όπλο στον ώμο και το χέρι του, κρεμασμένο χοροπηδάει ακόμα στο ρυθμό του σφυροκοπήματος. Δεν πρόλαβε να καταλάβει τι ήταν αυτό που τον άρπαξε από αυτό το χέρι. Μια μικρόσωμη πράσινη φιγούρα, δυο σκοτεινά μάτια, ύστερα η ριπή, το χέρι του, η πράσινη κηλίδα, το πράσινο παιδί. Οχι επιζώντες είχε πει ο στρατηγός. Οχι έλεος.

Εκανα τη δουλειά στα βουνά, και με το παραπάνω.
Ο Κανίσκι μιλάει στους στρατηγούς, τους κανονικούς με τα κανονικά γαλόνια και τις στολές. Τα λόγια του σκάνε σαν τις σφαίρες του. Κοφτά και απανωτά, τονισμένα ανάμεσα σε δόντια που τρίζουν και σταγόνες σάλιου που του πετάγονται από το στόμα. Εσείς και τα συνεταιράκια σας το είχατε αφήσει να παραγίνει το κακό. Τώρα μου ζητάτε να ψάχνω σε κάθε ποντικοφωλιά του λιμανιού να ξετρυπώσω ένα ένα αυτά τα κουρέλια.

Στα βουνά το κυνήγι είναι εύκολο. Το κοπάδι σκορπάει και τα όπλα μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους. Αυτό, το καθημερινό, είναι ακριβό ψιλικατζίδικο.

Οταν στις πεδιάδες πίσω από τα βουνά, άρχισαν να καταφθάνουν τα μηχανήματα εξόρυξης κανείς δεν είχε ανησυχήσει. Μετά οι αγρότες άρχισαν τις φασαρίες και οι στρατηγοί με το αζημίωτο έκαναν τα στραβά μάτια για τις σφαγές. Αργότερα, όταν όλος ο κόσμος τους εγκατέλειψε, οι τρομαγμένοι άνθρωποι της πεδιάδας άρχισαν να περνούν τα βουνά για να φθάσουν στο λιμάνι κι από κει στη θάλασσα. Να φύγουν.

Οι εταιρίες εξόρυξης διευκόλυναν το μπαρκάρισμα. Οσο πιο γρήγορα άδειαζαν οι πεδιάδες τόσο το καλύτερο. Τα έβρισκαν με τους στρατηγούς. Κάτι σαπιοκάραβα φόρτωναν τους ταραξίες και τους παράταγαν όπως όπως στις απέναντι παραλίες. Υστερα οι απέναντι βάλανε βέτο. Θέλαν κι αυτοί μερίδιο στην πίτα και η δουλειά χάλασε. Μπήκαν τα μεγάλα μέσα, κάτι διπλωμάτες κάτι μεσάζοντες... Μέχρι εδώ, είπαν. Δεν περνάει κανένας. Λύστε το θέμα μόνοι σας και χωρίς πολύ φασαρία.
Οι στρατηγοί απείλησαν με φυλακίσεις όσους εύρισκαν στα βουνά. Στην πεδιάδα πίσω τα χωράφια γέμιζαν μαύρο τρόμο. Στο λιμάνι λιγόστευαν τα παράνομα σαπιοκάραβα. Οι άδειες εξόδου.
Κι ένα πλήθος κυνηγημένων, με τα μάτια άδεια περιδιάβαινε τα βουνά και συνωθούνταν γύρω από τις πύλες τις πόλης. Να φθάσει στη θάλασσα. Στη μοναδική διέξοδο απόδρασης. Χωρίς σχέδιο. Ισως και χωρίς ελπίδα. Μόνο με το ένστικτο του ζώου που είναι πιασμένο στη φάκα.

Πότε προσγειώθηκαν τα σκούρα μεταγωγικά, πότε κατέβασαν τζιπ, όπλα και βαρεμένους από τους σκοτωμούς άντρες, τα κοπάδια των κυνηγημένων το κατάλαβαν όταν άρχισε ο αφανισμός. Ο Κανίσκι δεν πετούσε το χρόνο του. Eφθανε στο λιμάνι μόνο για ανεφοδιασμό και μεθύσια. Υστερα γυρνούσε στα βουνά, μύριζε ίχνη, και άφηνε τα κομμάντο του να αδειάζουν τους γεμιστήρες στους νεκροζώντανους στόχους.
Κάποιοι κατάφερναν να μπούν στην πόλη. Να χαθούν στα στενοσόκακα και τις αγορές. Κρυβόταν σαν τα ζώα σε τρύπες και πουλούσαν ό,τι είχαν για να περάσουν απέναντι στη χερσόνησο. Καμμιά φορά οι άντρες του Κανίσκι πετύχαιναν κανένα τέτοιο ξέμπαρκο που ξεμύτιζε μαγεμένος από τη μυρωδιά της θάλασσας και από τον πόθο του φευγιού. Τον καθάριζαν εκεί στα μπλόκια της παραλίας. Εριχναν το κορμί του στο νερό να το πάρει, να το πάει από την άλλη μεριά. Θύμιζαν στους απέναντι πως τα λεφτά τους έπιαναν τόπο. Κάποιοι έκαναν τη βρώμικη δουλειά που εκείνοι σιχαίνονταν.

Ο Μάρκι Σπόζιτο, είχε δώσει πολλές μάχες. Δίκαιες άδικες δε σκοτιζότανε, όσο έπεφτε το παραδάκι. Είχε καλούς συντρόφους, της πάστας του, τον κάλυπταν και τους κάλυπτε. Ούτε τώρα τον άφησαν έτσι. Και ο στρατηγός όταν τού’κοψε με μια ριπή το χέρι, του το ξεκαθάρισε. Λεφτά για να περάσει μια ζωή ζάχαρη θα τού’δινε μόλις άφηναν αυτό το βρωμότοπο.

Απόψε του’πε θα καθαρίσουμε. Απόψε θα τους βάλουμε όλους στο χέρι Σπόζιτο. Εχω το σχέδιο έτοιμο. Εδώ μπροστά θα τελειώνουμε και ύστερα θα έρθουν τα μεταγωγικά και φύγαμε.
Αργά τη νύχτα οι δικοί του λάκισαν. Ο Μάρκι βγήκε στην προβλήτα και τους είδε. Αλλοι έπιασαν ψηλά στα φυλάκια τα μυδράλια. Αλλοι χάθηκαν αθόρυβα έξω από την πύλη.
Μύρισε τον αέρα σαν αγρίμι, σκέφτηκε το ταξίδι, σήκωσε το κομμένο χέρι και χαιρέτησε τη θάλασσα. Υστερα άναψε τσιγάρο. Οι μάχες γι’ αυτόν είχαν τελειώσει.
Οταν έπιασε το σύρσιμο έξω από το μαντρότοιχο, δεν πολυκατάλαβε. Οταν άρχισαν οι ψίθυροι και μετά οι φωνές, το ποδοβολητό, το κροτάλισμα των αυτόματων, είδε το σχέδιο του στρατηγού. Σα ποντίκια οι κυνηγημένοι είχαν μυρίσει το τυρί και τώρα οι σφαίρες τραγουδούσαν γι’ αυτούς έναν μεταλλικό, άχρονο επικήδειο. Ο Μάρκι σκίρτησε. Η τελευταία μάχη του γινόταν χωρίς αυτόν. Ανέβηκε αργά τα σκαλιά του φυλάκιου. Δεν γύρισε να δει ποιος καθόταν πίσω απ’ το μυδράλιο. Στάθηκε σα σε μπαλκόνι. Τράβηξε αργά το όπλο από τη ζώνη του και σημάδεψε. Το σώμα του στεκόταν όρθιο πάνω από όλο αυτό το θάνατο. Πυροβόλησε. Λύγισε, γονάτισε και κύλησε προς τα κάτω, αργά, σαν να αναπαυόταν πια, μέσα σε μια θάλασσα καπνού, αναφιλητών και γαλάζιων πόθων.

Όχι στο Όνομά μας

Το κράτος της νέας εποχής θα είναι περισσότερο στην αστυνόµευση και την καταστολή, µέχρις ότου αυτή η κατάσταση γίνει αποδεκτή, σαν φάρµακο για τη θεραπεία τού αυξανόµενου φόβου για το ο,τιδήποτε. Οι πολίτες απελπισμένοι από τα αδιέξοδα ενός πλαστού οράματος που καταρρέει, ανέχονται αγόγγυστα να κλείνονται πίσω από τoίχους, όλοι οι εφιάλτες τους. Φυλακές, ψυχιατρεία, κέντρα υποδοχής προσφύγων, γκετοποιημένες συνοικίες, τείχη, συρματοπλέγματα, αναλαμβάνουν να κρύψουν από τα μάτια του προβατοποιημένου πλήθους, την παντελή ανεπάρκεια του συστήματος να αποδώσει στην κοινωνία όσα παραμύθια είχε υποσχεθεί. Και αδιόρατη πάνω από τα κεφάλια μας κρέμεται η απειλή: "πρόσεχε μπορεί να έρθει και η σειρά σου".

Αναδημοσιεύω από το http://kratoumenoi.wordpress.com/

Με αφορμή το πρωτόγνωρο κύμα απεργιών πείνας από τους κρατούμενους στις Ελληνικές φυλακές αλλά και την εγκληματική αποσιώπησή του από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, για τη Δημοκρατία και την προάσπιση των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων καλούμε όλους όσους διατηρούν μπλογκς, διαδικτυακά φόρα και όχι μόνο να δημοσιεύσουν ταυτόχρονα και συντονισμένα στις 20 Νοεμβρίου 2008, ημέρα Πέμπτη, το παρακάτω κείμενο και όλους του χρήστες του διαδικτύου να το υπογράψουν.

Όχι στο Όνομά μας


“Είναι απαράδεκτη η κατάσταση στις ελληνικές φυλακές. Είναι κύριο θέμα η ριζική αλλαγή του σωφρονιστικού συστήματος”.
– Κάρολος Παπούλιας, 6/11/08

“Είμαστε άνθρωποι – κρατούμενοι. Άνθρωποι, λέω”
- Βαγγέλης Πάλλης, Κρατούμενος, 9/11/08


Από τις τρεις Νοεμβρίου μία εκκωφαντική κραυγή συνταράσσει τα θεμέλια της Δημοκρατίας μας. Από τις τρεις Νοεμβρίου σύσσωμοι οι κρατούμενοι όλης της χώρας κατεβαίνουν σε απεργία πείνας διεκδικώντας το αυτονόητο : τη χαμένη τους αξιοπρέπεια. Απέναντί τους αντιμετωπίζουν την εκκωφαντική σιωπή των κραταιών ΜΜΕ και την παντελή αδιαφορία της πολιτικής ηγεσίας. Σε αυτές τις πρακτικές όσοι υπογράφουμε αυτό το κείμενο ΔΕ ΣΥΝΑΙΝΟΥΜΕ.

Η κατάσταση στις Ελληνικές φυλακές είναι απερίγραπτη και μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο με τη σκληρή γλώσσα των μαθηματικών. Στα κατ’ επίφαση “σωφρονιστικά” ιδρύματα της χώρας έχουν καταγραφεί συνολικά 417 θάνατοι την τελευταία δεκαετία, ενώ ο ρυθμός τους έχει απογειωθεί σε τέτοιο σημείο, ώστε σήμερα να σβήνουν στα χέρια του κράτους τέσσερις άνθρωποι το μήνα. Η πληρότητα αγγίζει το 168% (10.113 κρατούμενοι για 6.019 θέσεις) με την αναλογία χώρου για κάθε άνθρωπο να φτάνει σε περιπτώσεις το 1τμ. Με ημερήσιο κρατικό έξοδο ανά κρατούμενο τα 3,60 Ευρώ τα συσσίτια που παρέχονται είναι άθλια, οι υποδομές θυμίζουν μεσαίωνα και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι ελλιπέστατη. Συγχρόνως, το Ελληνικό δικαστικό σύστημα στέλνει στη φυλακή έναν στους χίλιους κατοίκους της χώρας με τους έγκλειστους χωρίς δίκη (υπό προσωρινή κράτηση) να αγγίζουν το 30% του συνολικού αριθμού των κρατουμένων. Αν η ποιότητα μίας Δημοκρατίας κρίνεται από τις φυλακές της, τότε η Δημοκρατία μας ασθμαίνει. Αν η τιμώρηση παραβατικών συμπεριφορών με εγκλεισμό γίνεται από το κράτος στο όνομα της κοινωνίας, τότε για την κατάσταση στις Ελληνικές φυλακές είμαστε όλοι υπόλογοι, με συντριπτικές όμως ευθύνες να αναλογούν στην κρατική μηχανή. Σε αυτή την πραγματικότητα όσοι υπογράφουμε αυτό το κείμενο απαντούμε ΟΧΙ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΑΣ.

Τα στοιχεία που αποκαλύπτονται από επίσημους φορείς για τις Ελληνικές φυλακές σκιαγραφούν εικόνα κολαστηρίων. Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (2007) διαπιστώνει βασανιστήρια, απάνθρωπη μεταχείριση και απειλές κατά της ζωής κρατουμένων, σειρά παραβιάσεων αναφορικά με τις συνθήκες κράτησης, ελλείμματα στη διερεύνηση και τιμωρία των ενόχων, αποσιώπηση περιστατικών βίας με την συμπαιγνία ιατρών και φυλάκων, απαράδεκτες συνθήκες ιατρικής περίθαλψης και ιατρικού ελέγχου στους κρατούμενους κλπ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει εκδώσει σειρά καταδικαστικών για την Ελλάδα αποφάσεων που αφορούν κακομεταχείριση ή/και παραβιάσεις άλλων δικαιωμάτων κρατουμένων από σωφρονιστικές αρχές. Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έχει πάρει απόφαση - καταπέλτη για τα κακώς κείμενα στις φυλακές, προτείνοντας άμεσες δράσεις για την επίλυση τους. Ο Συνήγορος του Πολίτη διαμαρτύρεται για την παντελή έλλειψη συνεργασίας των αρμόδιων κρατικών φορεών μαζί του, λόγω της οποίας έχει ουσιαστικά απαγορευτεί η είσοδός του στις φυλακές της χώρας τα τελευταία δύο χρόνια. Οι δικηγορικοί σύλλογοι όλης της χώρας, μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως η Διεθνής Αμνηστία, και πολλοί πολιτικοί/κοινωνικοί φορείς καταγγέλλουν την απαράδεκτη κατάσταση και ζητούν ευρύτερη συνεργασία για το ξεπέρασμα του προβλήματος. Αν ανθρώπινα είναι τα δικαιώματα που πρέπει να απολαμβάνει κάθε ανθρώπινο ον, κάθε στέρησή τους στις Ελληνικές φυλακές αποτελεί ανοιχτή πληγή για την κοινωνία μας. Σε αυτή την κατάσταση όσοι υπογράφουμε αυτό το κείμενο απαντούμε ΝΑ ΣΠΑΣΕΙ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΑΒΑΤΟ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ.

Με την απεργία πείνας οι κρατούμενοι καταφεύγουν στο τελευταίο οχυρό αντίστασης, που τους έχει απομείνει, το σώμα τους. Είχε προηγηθεί έσχατη έκκλησή τους προ μηνός προς τους ιθύνοντες να ενσκήψουν στο πρόβλημα, καθώς δεν πήγαινε άλλο. Για να λύσουν την απεργία πείνας ζητούν την ικανοποίηση αιτημάτων, που αποκαθιστούν την χαμένη τους αξιοπρέπεια και επανακτούν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους, αιτημάτων συγκεκριμένων, αξιοπρεπών και άμεσα υλοποιήσιμων. Απέναντι στις κινητοποιήσεις των κρατουμένων η πολιτική ηγεσία εξαντλεί τη δράση της σε αδιαφορία, υποσχέσεις και καταστολή των κινημάτων τους. Τυχόν αδιαφορία και αναλγησία της πολιτικής ηγεσίας όμως και σε αυτή τη φάση θα σημαίνει νεκρούς απεργούς πείνας. Στη μετωπική λοιπόν σύγκρουση που επιλέγουν οι κρατούμενοι της χώρας για τη διεκδίκηση των ανθρωπίνως αυτονόητων δε μπορούμε να μένουμε απαθείς σταυρώνοντας τα χέρια και περιμένοντας τις ειδήσεις των θανάτων από τις απεργίες πείνας αλλά θα σταθούμε αλληλέγγυοι. Αν η περιφρούρηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιβάλλουν την επαγρύπνιση όλων μας, τώρα είναι λοιπόν η στιγμή να πάρουμε θέση όλοι απέναντι στο πρόβλημα χωρίς αδιαφορίες και υπεκφυγές.

Απέναντι στην τεταμένη κατάσταση στις φυλακές όλης της χώρας όσοι υπογράφουμε αυτό το κείμενο καθιστούμε την πολιτική ηγεσία απολύτως υπεύθυνη για ό,τι συμβεί και απαιτούμε άμεσα την τόσο θεσμική όσο και στην πράξη ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ.

9/11/08

Ροζ φτερά

Και κείνη εμφανίστηκε στο χείλος της πόρτας, μέσα σε ένα σύννεφο καπνού με τα ροζ φτερά να πετούν γύρω της. Ο δυνατός κρότος είχε ήδη κάνει το Νώντα να πεταχτεί. Tώρα στέκονταν οι δύο πρόσωπο με πρόσωπο, σχεδόν κολλητά. Οι μεγάλες της βλεφαρίδες είχαν γίνει τριανταφυλλιές. Tα χείλη της ξεφυσούσαν πούπουλα.
Το γέλιο της δυνατό και ζωντανό γέμιζε το χώρο και έκανε το σώμα της να συσπάται. Τα πάντα γύρω σκεπαζόταν αργά από το ρόζ πέπλο. Kαθώς ο καπνός καταλάγιαζε εκείνος είχε αρχίσει να σκέφτεται τι μπορεί να συνέβη πάλι.
Και έτσι ανατράπησε η εικόνα του κόσμου, την άκουσε να φωνάζει μέσα στο γέλιο της.
Αυτός διέσχισε το δωμάτιο και άνοιξε το παράθυρο. Ο δροσερός αέρας ξεσήκωσε πάλι το καθισμένο σύννεφο των φτερών και το στροβίλισε.
Εκείνη πέταξε την πετσέτα που ήταν δεμένη γύρω από το σώμα της και πήρε το πονηρό ένοχο ύφος.
Τώρα θα πάνε όλοι στον Αρειο Πάγο, είπε. Τίναξε τα βρεγμένα μαλλιά της και έστειλε βαριά βρεγμένα πούπουλα σε κάθε γωνιά.
Ο Νώντας 'εριξε μια ματιά στο δωμάτιο. Το μονίμως ξέστρωτο κρεβάτι έμοιαζε πεδίο μάχης. Η μαύρη τρύπα στο κέντρο φαινόταν να έχει καταπιεί κάτι. Κάτι που τώρα είχε χάσει το σχήμα του, μέσω τήξης και αεριοποίησης. Ο Νώντας δεν τις ήξερε αυτές τις λέξεις. Θα έλεγε στάχτη και μπούρμπερη.
Η μυρωδιά του είναι γνωστή. Ο αέρας της Μάρας είναι ένας αέρας μικρών καταστροφών, αυτή η γυναίκα έχει ένα ταλέντο στις μικρές αλλά θεαματικές ζημιές. Δε θα την έλεγες αδέξια. Σαν υπακούοντας σε μια ανακλαστική εσωτερική παρόρμηση μπορεί να τινάξει στον αέρα κάθε σκηνικό κανονικότητας, σοβαρότητας - σοβαροφάνειας λέει η ίδια με μια φυσικότητα που προκαλεί.
Ο Νώντας της έσκασε ένα φιλί και μετά πήγε αργά να σηκώσει τα καμμένα σκεπάσματα. Εκείνη χόρευε γυμνή ανάμεσα στα πούπουλα που ξανάρχιζαν το πτητικό έργο σε κάθε κίνησή της.Στάθηκε και τη χάζευε. Καμιά σχέση με τη σκηνή της γνωριμίας τους. Τότε, η Μάρα κατέβαινε αγέρωχη τα σκαλιά των Δικαστηρίων, πάνω στις γόβες και μέσα στα σφιχτά κομψά ρούχα της. Εκείνος σήκωσε για λίγο το κεφάλι να πάρει ανάσα. Ωρα τώρα δούλευε το κομπρεσέρ του στο πεζοδρόμιο. Παραδόξως οι ματιές τους διασταυρώθηκαν τη στιγμή που το σώμα της Μάρας, διέγραψε ένα άτσαλο ημικύκλιο στον αέρα πριν κουτρουβαλήσει τα σκαλιά και σκάσει δίπλα στο λασπωμένο χαντάκι. Ο Νώντας πήδηξε με τη χάρη του γάτου και πριν αυτή προσγειωθεί πλήρως τη σήκωσε στα χέρια του. Κάτι άκουσε για ανατροπή, κάτι για τον Αρειο Πάγο πριν η Μάρα σκάσει στα γέλια. Ταράχτηκε-φαντάστηκε αυτός.
Εχεις δικαστήριο κυρά μου?
Εκείνη γέλασε πιο δυνατά, μέσα στα χέρια του, δεν τούπε να την αφήσει.
Γύρω μαζευτηκαν γνωστοί της δικηγόροι με γραβάτες, κανένας δεν έκανε κίνηση να αποσπάσει αυτό το λασπωμένο πλάσμα από την αγκαλιά του Νώντα. Μόνο τους κοίταζαν αυτή να ξεκαρδίζεται και αυτόν να την κοιτάζει απορημένα. Υστερα κάποιος είπε να της βρούν ταξί, ο Νώντας ρώτησε -πονάς κούκλα μου?-, με ένα νεύμα της τη φόρτωσε στη μηχανή και γκάζωσε. Ενώ αυτή ακόμα γελούσε κατάφερε να της αποσπάσει τη διεύθυνσή της.Η Μάρα χορεύει γυμνή. Ωριμο σώμα, γόνιμο, χωρίς ντροπές, το δυνατό της γέλιο τα περιλαμβάνει όλα. Ο Νώντας πετάει στο πάτωμα τα αποκαίδια και τη σηκώνει στα χέρια. ΚΟυράζεσαι πολύ μωρό μου. Και όλο αυτές οι δίκες στον Αρειο Πάγο. Γιατί στ' αλήθεια όλοι πηγαίνουν στον Αρειο Πάγο; Τι στο διάολο γίνεται εκεί μέσα που σε κάνει να θέλεις να σκοτωθείς?
Την κρατάει ακόμα στην αγκαλιά του, τα πόδια της κρέμονται, τα χέρια της είναι τυλιγμένα στο δυνατό λαιμό του.
Γιατί στ' αλήθεια πρέπει να πάνε στον Αρειο Πάγο; Δεν είναι πια παιχνιδιάρα. Τον κοιτάζει στα μάτια και μιλάει σιγανά, προσεκτικά. Το παίδι με ανατροφή, κάθεται πάντα ησυχο ανάμεσα στους μεγάλους, σε όλες τις κοινωνικές συγκεντρώσεις. Ακούει τις συζητήσεις, δεν ρωτάει, δε σχολιάζει. Απαντά ευγενικά ευχαριστώ, παρακαλώ. Δεν αναφέρει ποτέ τίποτα σχετικό στο σπίτι. Οι συζητήσεις των μεγάλων είναι συζητήσεις των μεγάλων. Που να σου εξηγώ. Ο Αρειος Παγος τέλος πάντων για το καλό και ευγενικό παιδί που δεν ρωτά για τις υποθέσεις των μεγάλων, είναι ο κύριος στον οποίο λογοδοτούμε όλοι για τα λάθη, τις ζημιές και τις παραλείψεις μας. Αλλοίμονο είναι ο ανώτατος κριτής. Μετά από αυτόν δεν υπάρχει σωτηρία.
Μιλάει στο Νώντα όπως άλλοι θα μιλούσαν στο μικρό ευγενικό παιδί που δεν επιτρέπεται να ρωτήσει.Εκείνος την ακουμπά απαλά στην πολυθρόνα της και σχεδόν με συντριβή προσπαθεί να βάλει τάξη στο χώρο. Το πιάνει ότι δεν το πιάνει πάντα. Η Μάρα είναι ευγενική. Προσπαθεί να του εξηγήσει, απλά. Αυτή ξέρει πράγματα που αυτός δεν θα μάθει ποτέ.
Το βομβάρδισες το σπίτι κυρά, μου. Το γυαλοκάρφωσες, είπε.
Το γυαλοκάρφωσες. Δεν θα μου τόλεγαν ποτέ για το πιατάκι του γλυκού που έσπασε στα πλακάκια. Για την ακρίβεια ειδικά τότε, δεν θα μπορούσε κανείς να πει τίποτα. Είχε μιλήσει για ώρα μόνο το ραδιόφωνο. Κάποιοι με δύσκολα ονόματα χώριζαν τα πιόνια τους για το παιχνίδι. Κάποιοι μάλωσαν στη μοιρασιά. Μάλλον μάλωσαν πολύ άσχημα και κάποιοι σκοτώθηκαν. Κάποιοι έχτισαν ένα μεγάλο κάστρο και έκλεισαν τους υπόλοιπους απέξω. Το καλό κορίτσι έκανε ζημιά και έμεινε να ακούει χωρίς να μιλά. Κάποιος με άσπρα μαλλιά που μάλλον ήταν ο Αρειος Πάγος άνοιξε τελικά το στόμα του για να δώσει την κρίση: Σήκωσε το άσπρο κεφάλι με σημασία και αναφώνησε:
Και έτσι τελικά ανατράπηκε η εικόνα του κόσμου.

Κόκκινα φτερά

Διακόπτω την ανάγνωση του σεναρίου για να απαντήσω στο τηλέφωνο. O δημοσιογράφος έχει ακούσει ότι ετοιμάζομαι να σκηνοθετήσω. Θέλει να έχει την πρωτιά στην είδηση. Ισως και μία μίνι συνέντευξη. Θα τα πούμε λέω. Θα σου πω, όταν θα έρθει η ώρα.
Είναι όλα με το μέρος της. Ο παραγωγός πρόθυμος να κάνει πράξη τις πιο τρελές της επιθυμίες. Το κοινό πεθαίνει να δει τα όριά της. Οι κριτικοί χαϊδεύονται στα μικρά φτερά που κρέμονται πάντα από τα ρούχα και τα κοστούμια της. Τα κοστούμια της, επεκτάσεις των ρούχων της ή αντίστροφα, με τα μικρά φτερά – σφραγίδα της εικόνας της. Ενα ανεπαίσθητο διακριτικό που εφηύρε για τον εαυτό της και έπεισε ότι της είναι αναπόσπαστο.
Θα μιλήσω όταν έρθει η ώρα. Στη δουλειά μου η ώρα είναι τώρα, συνέχεια. Συνεχώς η ώρα μου ακροβασία 30 χρόνια σανίδι, πλατό, ρόλος, εικόνα, λέξεις. 30 χρόνια μεταφράζω, μεταπλάθω, υλοποιώ πολλαπλές επινοήσεις, πρώτα ο συγγραφέας, μετά ο σκηνοθέτης, ύστερα η σκηνή, το κοινό, στο τέλος κάπου εγώ, συνονθύλευμα λόγου και κίνησης, υποθέτω, καλά τα πήγα, υποθέτω ότι ήμουν εκεί, η μικρή γυναίκα που μεγαλώνει μέσα από τις άλλες γυναίκες, τρομαχτικά φαντάσματα και ελκυστικές οπτασίες τρίτων.
Μην το σκέφτεσαι άλλο. Ο άτιμος παραγωγός σου παίζει παιχνίδι. Νομίζει πως θα σε αποσύρει ήρεμα από την κυκλοφορία, θα σε βάλει γλυκά στα μετόπισθεν καθώς περισπούδαστη θα λουφάζεις πίσω από την κάμερα. Με τις ώριμες οδηγίες σου μια μυξιάρα ξανθιά θα δει τον έρωτά της να κατεβαίνει το πλατύσκαλο, η κάμερα θα την ακολουθεί καθώς τρέχει πάνω στα ψηλοτάκουνά της να τον αγκαλιάσει.
Ανασκευάζω νοητά τις οδηγίες στο δακτυλογραφημένο χαρτί που μοιάζει να έχει σκεπαστεί ζεστά από μικρά πούπουλα. Ανασκευάζω τις γραμμές που γεμάτος εγωισμό έχει πληκτρολογήσει ο νεαρός σεναριογράφος. Κουνώ το κεφάλι χαμογελώντας. Είναι ρηχός.
Στοιχηματίζει για την αλήθεια του, δεν ασχολείται με όλες εκείνες τις πλευρές αυτής της αλήθειας που εσύ έχεις πάψει να αγνοείς. Πως και γιατί βρέθηκε να αποθέσει στα χέρια σου τις βεβαιότητές του, δεν φταίει, δεν ξέρει, ούτε και σύ ήξερες για χρόνια.
Η κάμερα με ακολουθεί. Πρέπει για άλλη μια φορά να τρέξω πάνω στα αναθεματισμένα ψηλοτάκουνα να αγκαλιάσω τον έρωτά μου που κατεβαίνει το πλατύσκαλο. Η να κατέβω τρέχοντας το πλατύσκαλο για να συναντήσω τον έρωτά μου. Το κοινό τρελλαίνεται πάντα στη σκηνή αυτή. Θα γλυστρίσω και θα τσακιστώ σκέφτομαι, πάντα.
Οι παραγωγοί ήταν πάντα με το μέρος της. Τα μακριά της πόδια άξιζαν εκατομμύρια. Κάθε βήμα της ακριβά ασφαλισμένο, ποτέ δεν χρειάστηκε να τρέξει. Εκατοντάδες όμορφα πόδια ήταν έτοιμα να σακατευτούν στο πλακόστρωτο και τα σκαλιά τρέχοντας ενώ αυτή απολάμβανε το κοκτέιλ της στην άνετη πολυθρόνα. Η σκηνή του ασφαλούς αγκαλιάσματος ήταν ο ρόλος της. Το φόρτε της.
Τρέμω από λαχτάρα, τρέχω, αγκαλιάζομαι, και μένω λαμπερή και ατσαλάκωτη, 30 χρόνια, αψεγάδιαστη, ούτε μια στάλα ιδρώτας, μια υποψία ανυπομονησίας, ένας υπαινιγμός πόνου από τα παγιδευμένα στα ψηλοτάκουνα πόδια.
Η σκηνή, άνοστη πια ή από πάντα χτίζεται και ξαναχτίζεται μπροστά στα μάτια σου. Μια μυξιάρα ξανθιά, χρόνια πριν, αγκαλιάζεται με πάθος χωρίς σημάδια διάβασης του πάθους πάνω της. Η μυξιάρα ξανθιά, σε λίγες ώρες θα κάνει την ίδια διαδρομή τρέχοντας, θα φοβάται μη γλυστρίσει, εσύ θα έχεις δώσει όλες τις οδηγίες, πολύ ψηλά τακούνια, αληθινό πλακόστρωτο, έξω, σε κεντρική πλατεία, θέλεις ρεαλισμό, όχι στούντιο, ασφάλεια, ντουμπλαρίσματα.
Ο παραγωγός θα είναι εκεί. Κόσμος θα χάσκει από απόσταση. Θα τη δει να φοράει τα μεγάλα μαύρα γυαλιά, σπορ ρούχα, ίσως ένα μικρό καπέλο, ίσια αθλητικά παπούτσια και μια εσάρπα με μικρά κόκκινα φτερά θα τυλίγεται στο λαιμό της Θα μιλάει δυνατά δίνοντας οδηγίες. Το συνεργείο θα τρέχει και ο καταδικός της οπερατέρ θα κάνει την κάμερα ένα με το βλέμμα της.
Η σκηνή είναι στημένη. Πίσω μακιγιάρουν τη νεαρή πρωταγωνίστρια. Εχω φορέσει τις πανύψηλες λουστρινένιες γόβες. Πετάω το καπέλο φωνάζοντας «κάμερα πάμε». Ο ξαφνιασμένος οπερατέρ σαν αυτόματο, κλείνει το πλάνο πάνω στα πόδια που διασχίζουν την πλατεία τρέχοντας προς τα σκαλιά. Η κάμερα ανοίγει, ανοίγει. Ανεβαίνω τα σκαλιά. Κανείς δεν περιμένει. Τα σκαλιά τελειώνουν. Κόβω την κορδέλα ασφαλείας, χαιρετώ τον αιφνιδιασμένο φύλακα. Χάνομαι. Η κάμερα σταματά.Υστερα στο μοντάζ βρήκα καμμιά τριακοσαριά άχρηστα καρέ. Κόκκινα φτερά να πετούν στον αέρα.

3/11/08

YEAH! rehearsing Sound Jungle Flow

drenoyiannis pantazi giannoutsosdrenoyiannis ΧΡΥΣΑ ΠΑΝΤΑΖΗ giannoutsosSo when you decide it's time to move
and lots of thoughts are waiting to prove
moving in time and space
you just let the jungle sound flow

What you get is what you give
depression is what you don't need
through the long past path
you just let the jungle sound flow...

YEAH! "Festival" (1992) Στίχοι: Βασίλης Τζαβάρας, Μουσική: Γιάννης Ντρενογιάννης

2/11/08

Κανονικότητα

Θα στρώσουμε τραπέζι
στη μία
Κι όλα θα γίνουν όπως πρέπει
Τα καπέλα κρεμασμένα
Η αποκλειστική καρέκλα
Το κυριακάτικο ψητό
Τα φρούτα

Κι ύστερα κάποιος θα
καβαλήσει μια μηχανή
για να παίξει την ψυχή του

Χειρουργείο ΙΙ

Θα σου μιλώ ψιθυριστά
όπως τις νύχτες με τα άφιλτρα
και τη θέα στο φωταγωγό

Θα σου φωνάζω
σαν νίκη
από το αντικρυνό μπαλκόνι

Θα σου τραγουδώ
σαν ξαπλωμένη πάνω
στο καμμένο από τους πόθους μας
χορτάρι

24/10/08

Το ασανσέρ

κάμερα ασφαλείαςO κος Διευθυντής. Περνάει το κατώφλι κάνει ένα βήμα και αμέσως μεταβολή. Πατάει 2-3 φορές νευρικά το κουμπί. Υστερα στέκεται αγέρωχος κοιτώντας ψηλά στην πόρτα. Συνήθως είναι μόνος. Ποιος γουστάρει να ξεκινήσει τη μέρα του περνώντας έστω και δευτερόλεπτα κάτω από τη μύτη του διευθυντή. Πότε πότε σκάει κανένας νέος, κακομοίρης, μπουκάρει απρόσεχτα μαζί του. Μόλις καταλάβει που βρίσκεται φοράει εκείνο το γλιστερό χαμόγελο. Μετά προσπαθεί άτσαλα να στρώσει τη γραβάτα του, να στρώσει τον κρεμασμένο ώμο του σακακιού του. Εχω δει κάποιους μάλιστα να βάζουν αμήχανα το χέρι στην τσέπη. Μετά στα γρήγορα το βγάζουν, μη και του περάσει από το μυαλό ότι μπαίνουν για δουλειά στο χαλαρό.
Οταν πρωτοήρθα στο πόστο αυτό, τους ζήλευα τους γραβατωμένους που μπαινοβγαίνουν στο πολυτελές ασανσέρ. Τώρα συνήθισα να τους βλέπω στην μικρή ασπρόμαυρη οθόνη του συστήματος ασφάλειας. Δεν ξέρω από που έρχονται, που είναι το γραφείο τους, που πάνε το βράδυ φεύγοντας - πιο συχνά με τους ώμους πεσμένους-. Πότε πότε κανένας ξεμοναχιασμένος σκύβει προς τον καθρέφτη και βγάζει τη γλώσσα του, ξεστομίζοντας μια βρισιά.
Από τη θέση μου δεν ακούω, μόνο βλέπω. Κινήσεις, ματιές, στάσεις. Μαθαίνω να διαβάζω τους μικρούς αμήχανους χαιρετισμούς, υπολογίζω τις ιεραρχίες από το πόσο κυρτώνει κανείς τη μέση του για να δηλώσει μία καλημέρα.
Μ' αρέσει τελικά αυτή η δουλειά. Κάθομαι βέβαια συνέχεια σε μια καρέκλα μπροστά στην οθόνη. Γύρω μου δεν συμβαίνει τίποτα. Αλλοι δυο τρεις σαν και μένα βλέπουν αμίλητοι σε άλλες οθόνες. Ποτέ δεν χρειάστηκε να πατήσω το κουμπί για κίνδυνο ή κάποια ανωμαλία. Ολα στο ασανσέρ της ευθύνης μου τρέχουν κανονικά.
Είχα βύσμα για τη θέση αυτή. Κανονικό πρωινό ωράριο, σίγουρος μισθός και κανένας πάνω από το κεφάλι μου, όσο εγώ έχω τα μάτια πάνω στην οθόνη. Αν θέλω να πάω για κατούρημα, απλά ειδοποιώ και το ασανσέρ μου ακινητοποιείται. Φυσικά πρέπει να κάνω γρήγορα.
Γι' αυτό και σήμερα, όταν ο επόπτης βάρδιας, μεσημεριάτικα μου ζήτησα να μείνω υπερωρία ξεβολεύτηκα. ΟΚ, είπα ανόρεχτα, αλλά και τι νάκανα.
Αποχαιρέτησα νοητά και τον τελευταίο καθυστερημένο υπάλληλο. Απλωσα τα πόδια μου και περίμενα να περάσει η ώρα κοιτώντας τον ακίνητο, αδειανό θάλαμο.
Υστερα μπήκε μέσα εκείνο το τσουλάκι, με τον κουβά και τη σφουγγαρίστρα. Πάτησε ένα κουμπί και το ασανσέρ άρχισε να κινείται. Μετά, στη μέση δύο ορόφων πάτησε το Stop απροσδόκητα. Καμώθηκε πως σκύβει στον κουβά της και στύλωσε φάτσα κάρτα τα πισινά της μπροστά στην κάμερα.
Την άτιμη, σκέφτηκα. Ξέρει ότι τη βλέπω. Τέτοιο κουνιστό σφουγγάρισμα δεν είχα ξαναδεί. Στο μεταξύ αυτή δώστου και σφουγγάριζε χαρίζοντάς μου τη θέα της.
Αρχισα να ζορίζομαι αλλά δεν ήξερα και τι να κάνω. Δεν ήταν δα και κάτι φοβερό, για να πατήσω το κουμπί κινδύνου. Στο κάτω-κάτω το διασκέδαζα. Τόσο καιρό σ' αυτή τη δουλειά της κλειδαρότρυπας, πρώτη φορά έβλεπα κάτι που με ξεσήκωνε.
Και ενώ ευχαριστούσα το θεό και την εταιρία που είχε ένα τόσο μεγάλο ασανσέρ για σφουγγάρισμα, αυτή ξαφνικά γύρισε. Kοίταξε με αυθάδεια, έβγαλε προκλητικά μια τσίχλα από το στόμα της και την κόλλησε στην κάμερα.
Μη, μη, πήγα να φωνάξω καθώς η οθόνη μου μαύριζε. Το ήξερα ότι δε θα άκουγε. Η πράξη της ισοδυναμούσε με δολιοφθορά. Σκέφτηκα να πατήσω το κουμπί κινδύνου, σίγουρα κάτι έπρεπε να κάνω, αλλά εκείνη η γλύκα ανάμεσα στα πόδια μου με σταμάτησε. Σε λίγα δευτερόλεπτα η οθόνη ξαναφωτίστηκε. Ισα που την είδα να βγαίνει από το ασανσέρ.
Το άλλο πρωί ένας συνάδελφος με άγγιξε ελαφρά στην πλάτη.
Χτύπησες απογευματινή υπερωρία? είπε.
Κοίτα μην κολλήσεις σ’ αυτή τη βάρδια, φιλαράκι. Πολύ σκληρή βάρδια. Οχτώ ώρες να βλέπεις ένα άδειο ασανσέρ δεν παίζεται. Οι πιο πολλοί τρελαίνονται και την κοπανάνε.

16/10/08

Από τις Ρόδες στο Ρόδον

Ρόδες τροχοί wheelsΗ σταδιακή μετατροπή μιας ζωντανής εμπορικής γειτονιάς σε απέραντο γλεντάδικο, απέχει μόλις δύο γράμματα.

14/10/08

Παρεξηγήσιμο

"Εκαναν την επανάσταση που δεν θα γινόταν ποτέ, και που ποτέ δεν θάχε γίνει ούτε θα την είχε ποτέ σκεφτεί κανείς, εάν δεν είχαν σκεφτεί ότι είναι αναπόφευκτη απλά και μόνο γιατί την επιθυμούσαν."
Μέρος του αρχικού διαλόγου που δεν ακούγεται ποτέ σε καμμία ραδιοφωνική ή dj-bar-ική εκπομπή και που αλλάζει άρδην τη θέση μου απέναντι στο remix.

7/10/08

Κεφαλόποδα

6/10/08

Πράσινες πόλεις...

Kήπος φυτά πεζοδρόμιο garden pavement... Η τα πράσιν' άλογα λόγια των πολιτικών. Ο αυθαίρετος αυτός κήπος πεζοδρομίου χωρίζει ένα δρόμο μεγάλης κυκλοφορίας από τα παράθυρα ενός ημιυπόγειου διαμερίσματος. Ζήτημα ατομικής ευθύνης και πρωτοβουλίας να παίρνουμε τη ζωή μας στα χέρια μας.

5/10/08

Πρόθεση φιλοξενίας

athens kerameikos fastfood αθήνα κεραμεικόςΑκόμα και αν δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις, μπορούμε να τις δημιουργούμε (fastfood-άδικο στη θερμοπυλών/Κεραμεικός).

4/10/08

Λήθη

H θάλασσα της λήθης
καθαρή και ακυμάτιστη
Αφοβα βουτάς χαζεύοντας
βότσαλα, όστρακα, ψάρια.
Αμέριμνα, βαθαίνει το νερό
και οι μορφές θολώνουν
ώσπου ζωές και άμμος ένα
με το γαλάζιο.
Σηκώνεις το βλέμμα
και νάσου το νησί και ο βράχος.
Μόνος θ'ανέβεις.

3/10/08

Πανούργο σκυλί

1/10/08

Στοιχήματα

Πεθύμησε ένα μήλο. Εβγαλε την υπερχρεωμένη κάρτα και πλήρωσε. Βγήκε από το κατάστημα και πέταξε το βαρύ άδειο πορτοφόλι στο κασόνι με τα σάπια φύλλα.
Η μικρή χρέωση ταξίδεψε στο δίκτυο. Βρήκε φωλιά σε ένα ετοιμόγεννο ομόλογο. Εκείνο σπρώχτηκε στην αγορά. Κάποιος στοιχημάτιζε ότι το μήλο αυτό και άλλα πολλά θα εξοφληθούν πριν φαγωθούν. Πάτησε τα πλήκτρα και πλήρωσε για την πισίνα του.
Ο άνθρωπος μας περπάτησε και άφησε την πόλη πίσω. Η καρδιά του μήλου άρχισε να μαραγκιάζει στην άκρη του δρόμου. Κάποιος στοιχημάτιζε ότι το στοίχημα με τα μήλα ήταν καλό. Και ότι οι πισίνες επίσης θα εξοφληθούν. Ο άνθρωπός μας έφθασε στο δάσος. Σήκωσε το χέρι και έκοψε ένα άγουρο κάστανο. Τα ανεξόφλητα μήλα πλημμύρισαν τις άδειες πισίνες. Τα στοιχήματα ξεχείλησαν και μείναν μετέωρα.
Ο άνθρωπος μας ξεχώριζε απαλά την τρυφερή σάρκα του κάστανου από το αγκαθωτό της περίβλημα. Σαν την καρδιά του.φωτό: www.cooperativeconservationamerica.org

1η Οκτώβρη

sunrise clouds athens ανατολή αθήνα σύννεφαΚαι νομίζω πως βλέπω ένα μάτι απορημένο εκεί πάνω να μας παρακινεί...

29/9/08

Global oneness

http://www.globalonenessproject.org/
Ως μέρη ενός Ολου, είμαστε υπεύθυνοι ο ένας για τον άλλο, για τον Πλανήτη και τις μελλοντικές γενιές.

27/9/08

September songs

Speak low when you speak, love
Our summer day withers away too soon, too soon...

26/9/08

Τέλος στην ομηρεία των οδηγών...

...λένε πρωί πρωί τα ραδιόφωνα.
Μα ποιος επιτέλους τους κρατάει ομήρους?
Αντί να κάθεσαι δυο ώρες στην ουρά για βενζίνη γιατί δεν πάς μια βόλτα?
Αντί να δουλεύεις σα σκυλί για να πληρώσεις τη δόση γιατί δεν πάς μια βόλτα?
Αντί να κολλάς στην TV για να δεις πόσο θα πληρώσεις τέλη, φόρους, τεκμήρια γιατί δεν το πουλάς το ρημάδι να πας μια βόλτα?
Μοσχοβολούσε σήμερα το δασάκι, μετά τη βροχή.
Αλλά στα βενζινάδικα είχαν καταφθάσει τα βυτία και βρώμαγε ο τόπος βενζίνη.

18/9/08

Green design αρπαχτή

Στο Σύνταγμα στην Αθήνα λειτουργεί η υπαίθρια έκθεση του Green Design Festival. Ενα συνονθύλευμα από σκουριασμένα κοντέινερ, παλέτες, τέντες παραλλαγής. Μια αρπαχτή άλλοθι για το περιβάλλον. Δίπλα από κάθε ογκώδες βιβλίο επισκέπτη -"a catalogue of thoughts, κατά τους οργανωτές-, ένα εξ ίσου ογκώδες λεξικό φιλοσοφίας. Γιατί άραγε? Για να βρούμε έτοιμο το λήμμα? Οι επισκέπτες το έπιασαν το νόημα.green design, καρακατσουλιό, αρπαχτή, λαμόγια, εκθεση, οικολογία
green design, καρακατσουλιό, αρπαχτή, λαμόγια, εκθεση, οικολογία
green design, καρακατσουλιό, αρπαχτή, λαμόγια, εκθεση, οικολογία
green design, καρακατσουλιό, αρπαχτή, λαμόγια, εκθεση, οικολογία
green design, καρακατσουλιό, αρπαχτή, λαμόγια, εκθεση, οικολογία

14/9/08

Τετ α τετ με το Σταύρακα

Με το φίλο σκιτσογράφο Σταύρακα, επιχειρούμε γλυκόπικρες διαπιστώσεις για την επικαιρότητα.

9/9/08

Σκοτεινές μέρες

Με τόσο φως και ζέστη βλέπω αυτούς που περπατούν με κατεβασμένα μούτρα. Ακούω Back to black αλλά κρατώ το ...me and my head high" και διαβάζω Eugenio de Andrade από την "Ελξη των ομωνύμων" - Το χαμόγελο, και χαμογελώ:

Νομίζω ότι ήταν το χαμόγελο,
το χαμόγελο ήταν που άνοιξε την πόρτα.
Ηταν ένα χαμόγελο με πολύ φως
μέσα του, σου έκανε όρεξη
να μπεις, να πετάξεις τα ρούχα,
να μείνεις
γυμνός μέσα σε κείνο το χαμόγελο...


Χαμογέλα!

3/9/08

Το μετά

Λέξεις αντιδιαστολές αισθήσεων
Οι διαστολές τους
διαστολές επίγνωσης
Τα αιτιατά σου καίνε
καθώς τα αίτια
σβήνουν
στην πηχτή υγρασία της γλώσσας σου

28/8/08

Μια τσάντα απαραίτητα
ή έστω μία τσέπη κάπως βαθιά
και σίγουρα ανοιχτή η ξεχασμένη πόρτα

Δεν κατεβαίνει ένα αστέρι
όσο εύκολα σηκώνονται από το ράφι
σερβιέτες σε οικονομική συσκευασία












(έφη www.manetas.com)

Κι όλο έλεγα να μη σου πω
μια καινούργια ιστορία
αλλά βαριόμουν να εξηγώ

Πότε πότε κάνω κάτι χωρίς να θέλω
Οταν δεν υπάρχει κάτι να θέλω
Οχι κάτι που ήθελα να...

25/8/08

Backup...

Στην κοιλιά του κήτους...

22/8/08

Χαοτική διασπορά

Μια πειστική αναπαράσταση του πιο jinx συμβάντος του καλοκαιριού. Ενας καυτός καφές χύνεται. Παρατηρώ αυτή τη χαοτική διασπορά που στην περίπτωσή μου αποτυπώθηκε ανεξίτηλα στο μηρό. Με τρελλαίνει αυτό το ανεξίτηλα, καθώς σκέφτομαι τον καμμένο δίσκο του laptop, την ανεπίστροφη απώλεια, την πεισματική σιωπή των δεδομένων. Κάθονται τώρα κάπου ήσυχα και μπερδεμένα, εικόνες, μουσικές και λέξεις, ένα, μια διεσπαρμένη μάζα ψηφίων, ακατανόητων στο γραμμικό νου αυτής της μηχανής, που κάθεται στο πλάι και χάσκει σκοτεινή. Είναι ήσυχα και μπερδεμένα. Οπως άλλωστε τους αξίζει. Ως αποτυπώσεις στιγμών που συνδέθηκαν μεταξύ τους με τις αόρατες κλωστές της σύμπτωσης. Σε ποιον άλλωστε θα είχαν να πούν κάτι εκτός από μένα - τον υπομονετικό συλλέκτη τους...
Κάθονται εκεί σαν το σκούρο σημάδι στο μηρό μου. Το καθ' ένα από αυτά μια -στιγμιαία - καυτή σταγόνα αίσθησης που πάγωσε στο πρώτο save.
Αναρρωτιέμαι τι θα ήταν πιο χρήσιμο. Να βρω έναν τεχνικό μήπως και ανασύρει τίποτα από τον καμμένο δίσκο ή να βρω μια καφετζού να μου διαβάσει το σημάδι?

Πιο Breathless?

20/8/08

Hangover

Best hangover. Αυτό των σύντομων διακοπών των διακοπών. Hangover αναπνοής. Breathless.

31/7/08

Διακοπές χωρίς hang over

Θα έπρεπε. Τα δραματικά αποτελέσματα του hang over από εξωτικά κοκτέιλ στο βίντεο. Θα το έχω υπ' όψιν μου.

28/7/08

Μοντέλα διακοπών

Πέτρινες λέξεις

Διάβασα στο βιβλίο της Μαρίας Μήτσορα "Με λένε λέξη" το παραμύθι της για τις Πέτρινες Λέξεις: Οταν οι άνθρωποι θέλουν να πλησιάσουν ο ένας στον άλλο, κι ανάμεσά τους αφρίζει ένας χείμαρρος, πετάνε λιθάρια, πετάνε λέξεις, για να πατήσουν επάνω και να αγγίξουν ο ένας τα δάχτυλα του άλλου.

15/7/08

La Mer

And when the day arrives
I’ll become the sky
And I’ll become the sea
And the sea will come to kiss me
For I am going
Home
Nothing can stop me now
(Nine Inch Nails)

Πείνα

Απαγγελίες σαν ανάγνωση καταλόγου
συνοικιακής ταβέρνας
Οι γεύσεις δεν ξεχειλίζουν
Δεν ανοίγουν την όρεξη
Τις καταπίνουμε με λίγη σόδα
Πάει και αυτή η μέρα
Φάγαμε.

9/7/08

Θάλασσά μου

Προβλέψεις καύσωνα ενώ μια θάλασσα δικιά μου είναι εκεί κάπου, τη μυρίζω, την ακούω, τη βλέπω, θυμάμαι δροσιά, θυμάμαι αλμύρα στα χείλη, ρίγη στα μέλη.

Μύθοι περί χρόνου

Απαιχτο!
Ερωτευμένος σαν Ελβετός

Καύσωνας

Μην "αποφεύγετε τις άσκοπες μετακινήσεις"! Δεν υπάρχουν πιο ωραίες μετακινήσεις από τις άσκοπες μετακινήσεις...
Από το Ναυτίλο της "Ε"

7/7/08

Μικρές ζωές ΙΙ

Ο μυλωνάς χτίζει το σπίτι δίπλα στο νερόμυλο. Στην όχθη του ρέματος. Δένει τρεις τοίχους με το βράχο πλάτη, σοφά και απλά. Και ύστερα ο βράχος, ο αγέρωχος, λιώνει, σαν σπίτι.

Μικρές ζωές

Τι ζητάει μια μικρή ζωή?
Ενα κουβά νερό
να πλύνει δυο κάλτσες
να ποτίσει τις γλάστρες, ίδιες
Και ένα κομμάτι ουρανό

2/7/08

Ομολογία

Ε μάλιστα. Το ομολογώ. Εγώ άδειασα μια σακούλα καρπουζόφλουδες, βδελυρά αποφάγια, κατακάθια espresso, βρασμένο χαμομήλι, χαλασμένη φέτα και κάτι λίγα μουλιασμένα παξιμάδια πάνω στο γυαλισμένο καπό του κυρίου. Είχε παρκάρει μπροστά στον κάδο. Δεν έφθανα...

Φάκα

Κι έχεις φάει τόσα τυριά
πριν βρεις τη φάκα
που δεν καταλαβαίνεις
ότι αυτό
το τελευταίο
είναι
που βρωμάει

Play it again

Και βρέθηκα να αναρρωτιέμαι
Τόσο ψηλά που υπερβαίνει τα υψηλά μου
ή μή κι αυτά χτυπάνε πλέον πάτο

21/6/08

Ασε με

Ασε με
να γεμίζω
τα πόδια σου βήματα
τα χέρια σου
λιωμένα φρούτα
το σώμα σου να πλένω
με νερό της θάλασσας
το κεφάλι σου
με σκόρπια λόγια
και τη καρδιά σου να βαφτίζω
σε καταραμένες νότες

4/6/08

Κανονι-κοί

Ψυχορράγημα των λέξεων
Δομές ανατριχίλας
καταρρέουν

Τήξη
Ανάπλαση
Κανονι-κοί

Κεριά

Στο φώς των ίδιων των κεριών μας
καταγράφονται ορόσημα

2/6/08

Ιχνη

Matrix διαβάσεις
για ό,τι
δεν τολμάμε
να δούμε
να ρωτήσουμε
να ακούσουμε
να δηλώσουμε
να ζήσουμε

The chimes of freedom (play loud)

http://hcasun.blogspot.com/2008/11/blog-post_340.html Για ό,τι δεν αντέχω και τυρβάζω περί άλλα, προς τις αστραφτερές καμπάνες τις ελευθερίας, τις τάχα μου ευγενείς μου δράσεις.

...Σαν τις καμπάνες τις ελευθερίας που λάμπουν
Που λάμπουν για τους μαχητές που η δύναμή τους είναι να μην μάχονται
για τους πρόσφυγες του ανυπεράσπιστου δρόμου της φυγής
Και για κάθε στρατιώτη θύμα μέσα στη νύχτα
Εμείς όμως κοιτούσαμε τις καμπάνες τις ελευθερίας να λάμπουν
Σε μια πόλη που έλιωνε σα φούρνος, απροσδόκητα είδαμε
με πρόσωπα κρυμμένα ενώ οι τοίχοι στένευαν
πως όπως η ηχώ από τις καμπάνες του γάμου πριν την βροχή
σβήναμε μέσα στις καμπάνες της φώτισης...
Που χτυπούσαν για τον αντάρτη, για τον αμαρτωλό
για τον άτυχο, τον εγκαταλειμένο και τον παρατημένο
για τον παρία, που τον καίνε στην πυρά...
Για τον τυφλό και τον κουφό, για τον βουβό
Για τον κακομεταχειρισμένο, την ανύπαντρη μάνα και την ξεφωνημένη πουτάνα
Για τον μικροπαράνομο που τον κυνήγησαν και τον ξεφτίλισαν
Γι’ αυτούς που ψάχνονται, στο αμίλητο μονοπάτι της αναζήτησης
Τους μοναχικούς ερωτευμένους με την απόλυτα προσωπική ιστορία
Και για κάθε άκακη, ευγενική ψυχή που από λάθος βρέθηκε στη φυλακή
Γι αυτούς που πονούν και οι πληγές τους δεν έχουν γιατρειά
Για τους αμέτρητους μπερδεμένους, κατηγορημένους, προσβεβλημένους, εξαρτημένους και ακόμα χειρότερα
Και για όλους τους ξεκρέμαστους σε όλο το σύμπαν
Αλλά εμείς κοιτούσαμε τις καμπάνες τις ελευθερίας να λάμπουν...

Απόσπασμα από το τραγούδι του Dylan και την ερμηνεία των Sting, Springsteen, Gabriel, Yousou'n'Dur, Chapman

1/6/08

Τόσο κατόπιν μόνοι
επιστεγάσματα των αφηγήσεων

Ανάγκη ΙΙ

Η επιθυμία της ανάγκης
και η ανάγκη της επιθυμίας
Ακόρεστες

Ανάγκη Ι

Και η επιθυμία?

Παρασιτική δράση

Των πέριξ κτιρίων
όχι θάνατος μόνον
αλλά αδύνατη απόσυρση
νεκρή παρουσία
προσκήνιο
10.30
Ριβιέρα Καλοκαίρι

31/5/08

Ανακλώμενοι